Δε. Απρ 29th, 2024

Τι λένε τα γκάλοπ: Οι αναποφάσιστοι «γέρνουν» υπέρ της ΝΔ

Tο ότι «οι αναποφάσιστοι κρίνουν τις εκλογές» αποτελεί την επωδό των πολιτικών εκτιµήσεων έπειτα από κάθε δηµοσκόπηση και πριν από κάθε εκλογική αναµέτρηση.

Το ζητούµενο, πολλές φορές, δεν είναι αν αυτό ως διαπίστωση επιβεβαιώνεται. Αλλά πόσο αναποφάσιστοι είναι και επί πόσο χρονικό διάστηµα παραµένουν στην κατάσταση αυτή οι ισχυριζόµενοι ότι δεν έχουν καταλήξει στις επιλογές τους.

Οι διενεργούµενες δηµοσκοπήσεις εµφανίζουν συνήθως ένα µεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, οι οποίοι εντάσσονται στην κατηγορία αυτών που υποστηρίζουν ότι θα ψηφίσουν λευκό. Το περίεργο είναι ότι, σύµφωνα µε την εµπειρία του παρελθόντος τουλάχιστον, ακόµα και όταν οι δηµοσκοπήσεις διενεργούνται εγγύς του χρόνου της αναµέτρησης, και πάλι το σχετικό ποσοστό των αναποφάσιστων παραµένει υψηλό.

Εφόσον, λοιπόν, οι ερωτώµενοι και απαντώντες «δεν έχω αποφασίσει ακόµη» αποτελούν µια σηµαντική πανελλαδική τάση, τότε πράγµατι κάθε εκλογική αναµέτρηση θα µπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει στοιχεία «ρουλέτας». Πρώτον, διότι οι αναποφάσιστοι αναδεικνύουν τις κυβερνήσεις και, δεύτερον, διότι αυτός που δεν έχει καταλήξει τι θα ψηφίσει -πολλές φορές µέχρι και την τελευταία στιγµή- είναι εύκολο να παρασυρθεί από «παράγοντες της τελευταίας στιγµής» και από συναισθηµατικές παρορµήσεις – επίσης της τελευταίας στιγµής.

Ισως, όµως, τα πράγµατα να µην είναι απολύτως έτσι. Και η «τάξη των αναποφάσιστων», όπως καταγράφεται συνήθως στις έρευνες των εκλογικών τάσεων, να µην είναι παρά µια οµάδα ανθρώπων µε σύµµεικτη εκλογική αντίληψη. Με άλλα λόγια, να έχουν εγκαταλείψει το κόµµα που είχαν ψηφίσει κάποτε, καλύπτοντας συγχρόνως πίσω από την ταµπέλα του αναποφάσιστου την πρόθεσή τους να µην αποκαλύψουν την κοµµατική τους µεταστροφή. Πολύ περισσότερο, µάλιστα, αφού η αποκάλυψη των νέων κοµµατικών προτιµήσεών τους µπορεί να εκληφθεί και ως οµολογία της πρότερης πλάνης τους.

Οι παραπάνω εκτιµήσεις για τους αναποφάσιστους, που παραµένουν σε αυτή την κατηγορία και σήµερα, στις περισσότερες των περιπτώσεων, είναι σε διψήφιο, αλλά χαµηλό σε σχέση µε προ τριετίας, ποσοστό, ενισχύονται και από την εξής διαπίστωση: Οτι η επί σχεδόν µία πενταετία αριστερή διακυβέρνηση έχει διαψεύσει τις προσδοκίες όσων είχαν ψηφίσει -και µάλιστα δύο φορές- τον ΣΥΡΙΖΑ. ∆εν είναι τυχαίο ότι σε δηµοσκόπηση (Pulse) το ποσοστό της «γκρίζας ζώνης» που προερχόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ ανερχόταν σε 32%.

Η επιστροφή

Ως γνωστόν, το µεγαλύτερο ποσοστό των αναποφάσιστων προέρχεται από την εκάστοτε κυβερνητική παράταξη, όλες δε οι πρόσφατες δηµοσκοπήσεις έχουν αποκαλύψει σχετικώς χαµηλό ποσοστό συσπειρώσεως των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από το κόµµα που είχαν ψηφίσει στις τελευταίες εκλογές. Η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ επί σχεδόν µία τετραετία δηµοσκοπικών ερευνών κυµαίνεται µεταξύ 49% και 53%, χωρίς να αυξάνεται. Μάλιστα, αξίζει να παρατηρηθεί ότι, ενώ σε έρευνα της εταιρείας Marc τον Ιούνιο του 2016 η συσπείρωση µετριόταν στο 53%, τον περασµένο Μάρτιο του τρέχοντος έτους σε έρευνα της Rass η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπερέβαινε το 50% (49,4%).

Και αυτό λέει πολλά. Στο µέτρο, δε, που παραµένει σε χαµηλό ποσοστό και η ικανοποίηση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ από τη σηµερινή κυβερνητική θητεία, τότε όχι µόνο δυσκόλως αναστρέψιµη είναι η διαφορά που ήδη καταγράφεται υπέρ της Ν.∆., στην πρόθεση ψήφου, αλλά φαίνεται ότι και οι αναποφάσιστοι που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ επανέρχονται στα κόµµατα που είχαν ψηφίσει τα προηγούµενα χρόνια.

Οι παρεµβαλλόµενες ευρωεκλογές φαίνεται ότι δεν δίνουν την ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ να εξαντληθεί σε εκείνη την κάλπη η δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων του. Ηδη, στις τελευταίες έρευνες, οι διαφορές όσον αφορά τις ευρωεκλογές κυµαίνονται υπέρ της Ν.∆. από 7,3% (Metron Analysis) έως 17,1% (Opinion Poll). Ενώ και η Interview έδινε διαφορά 13,7 ποσοστιαίων µονάδων. Οπως, δε, παρατηρούσε στα «Π» κορυφαίος πολιτικός, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόµενο αν, για παράδειγµα, η διαφορά στις ευρωεκλογές είναι 6 µονάδες, στις γενικές να φτάσει και τις 16.

Η σιωπηρή δύναμη

Οι δηµοσκοπήσεις των τελευταίων πέντε µηνών δείχνουν ότι οι αναποφάσιστοι σε σχέση µε το παρελθόν, ειδικώς όσον αφορά τις γενικές εκλογές, έχουν περιοριστεί σηµαντικά. Πράγµατι, στις έρευνες της Pulse οι αναποφάσιστοι είναι στο 11,5%, της Metron Analysis στο 13,3%, της Ιnterview στο 7,6%, της Opinion Poll στο 14% και της Marc στο 11%.

Σηµαντικό, όµως, στοιχείο, αν θέλουµε να επιχειρήσουµε µια εκτίµηση για το πώς θα συµπεριφερθούν τελικώς οι αναποφάσιστοι, είναι ότι οι προερχόµενοι από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι τα τελευταία χρόνια µονίµως υπερδιπλάσιοι από τους καταλογιζόµενους στη Νέα ∆ηµοκρατία. Αυτό, βεβαίως, αποκαλύπτει ότι ο έντονος προβληµατισµός για το αν θα ψηφίσουν πάλι το κόµµα που είχαν ψηφίσει στις τελευταίες εκλογές αφορά περισσότερους στον ΣΥΡΙΖΑ παρά στη Νέα ∆ηµοκρατία. Και ο προβληµατισµός αυτός αντιπροσωπεύει περισσότερους απογοητευµένους στο κυβερνών κόµµα παρά στο κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, που εµφανίζει, άλλωστε, και πολύ υψηλή συσπείρωση.

Οι εκτιµήσεις που κάνουν οι δηµοσκόποι όσον αφορά τους αναποφάσιστους είναι ότι αναποφάσιστοι µπορεί να είναι, όχι όµως και απροσδιόριστοι. Κάτω από τις σηµερινές πολιτικές συνθήκες και υπό αριστερή διακυβέρνηση που έχει υπογράψει το δικό της, πολύ επιβαρυντικό Μνηµόνιο, και µάλιστα για πολλά χρόνια, η εκλογική ψήφος εκτιµάται ότι θα έχει τα εξής τρία χαρακτηριστικά, τα οποία αφορούν ασφαλώς και τους αναποφάσιστους:

α) Οργή και αγανάκτηση, όπως έχει προσδιοριστεί και στις δηµοσκοπήσεις που διερεύνησαν τα συναισθηµατικά στοιχεία προσέγγισης της σηµερινής κατάστασης αλλά και της διακυβέρνησης.

β) Συντηρητική συµπεριφορά, υπό την έννοια ότι η κοινωνία, υπό καθεστώς παρατεταµένης οικονοµικής κρίσης, δίνει σηµασία στην ανάγκη πολιτικής σταθερότητας.

γ) Ανάγκη κυβερνητικής αλλαγής, όπως έχει καταγραφεί από την πλειοψηφία όσων ζητούν τη διενέργεια εκλογών, σε όλες τις τελευταίες δηµοσκοπήσεις που τίθεται το σχετικό ερώτηµα. Τα εκλογικά αποτελέσµατα συνήθως επιβεβαιώνουν ότι το µεγαλύτερο ποσοστό των αναποφάσιστων προέρχονται από την εκάστοτε κυβερνητική παράταξη, όλες δε οι πρόσφατες δηµοσκοπήσεις έχουν αποκαλύψει ιδιαιτέρως χαµηλό ποσοστό συσπειρώσεως στον ΣΥΡΙΖΑ.

Μεγάλη σηµασία έχει, επίσης, για την τελική απόφαση των προσδιοριζόµενων ως αναποφάσιστων ότι σε έρευνα της εταιρείας Pulse αποκαλύφθηκε ότι σχεδόν οι µισοί από τους αναποφάσιστους (46%), όταν τους ετέθη το ερώτηµα αν η ψήφος τους πρόκειται να επηρεαστεί από τις παροχές που εξαγγέλλει η κυβέρνηση, απάντησαν αρνητικά.

Aυξάνεται το κύμα φυγής

Πέρα, από τους αναποφάσιστους, που φαίνεται να µειώνονται, επηρεασµένοι από την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας -γεγονός που ευνοεί τη Νέα ∆ηµοκρατία-, καθοριστικό ρόλο φαίνεται να παίζουν οι µετακινήσεις ψηφοφόρων σε σχέση µε αυτό που είχαν ψηφίσει στις δύο εκλογικές αναµετρήσεις του 2015. Είναι µετακινήσεις που πλήττουν κατ’ αρχάς το κυβερνών κόµµα, τον ΣΥΡΙΖΑ. Ενα πολύ ενδεικτικό χαρακτηριστικό για την επίδραση της αριστερής διακυβέρνησης επί των ψηφοφόρων, λίγους µήνες, µάλιστα, πριν από τις εκλογές, είναι ότι την τελευταία τριετία έχουν υπερδιπλασιαστεί οι εγκαταλείποντες τον ΣΥΡΙΖΑ ως αποτέλεσµα, βεβαίως, των πολιτικών που εφήρµοσε και του τρόπου µε τον οποίον άσκησε την εξουσία.

Πράγµατι: – Τον Ιούνιο του 2016, σύµφωνα µε έρευνα της Marc, οι µετακινούµενοι από τον ΣΥΡΙΖΑ προς άλλα κόµµατα, µε τη µερίδα του λέοντος να πηγαίνει στη Ν.∆., ανέρχονταν σε 15,5%. – Τρία χρόνια µετά, το 2019, σε δηµοσκόπηση της ALCO οι µετακινούµενοι από τον ΣΥΡΙΖΑ προς άλλα κόµµατα ή προς την αποχή αντιπροσώπευαν ποσοστό 33%! – Επίσης, σε έρευνα προ ενάµιση µηνός της Rass, oι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ που τον εγκατέλειπαν αντιπροσώπευαν το 32,1%.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 11/5/2019