Πε. Μαρ 28th, 2024

Απλή αναλογική και σύνθετοι παραλογισμοί

Βασίλης Γακόπουλος*

Την ερχόμενη Κυριακή, 7 Ιουλίου, οι Έλληνες καλούμαστε να προσέλθουμε στις κάλπες των εθνικών εκλογών και να αποφασίσουμε επιτέλους για την κατεύθυνση της χώρας μας, για το παρόν και το μέλλον της. Εκτός από κομβικές και κρίσιμες, όμως, εκλογές, είναι και οι τελευταίες που θα διεξαχθούν με το ισχύον εκλογικό σύστημα πριμοδότησης του πρώτου κόμματος με 50 έδρες στο Κοινοβούλιο.

Τον Ιούνιο του 2016, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχώρησε στην αλλαγή του εκλογικού νόμου θεσπίζοντας εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής, χωρίς να κατορθώσει ωστόσο να συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία των 2/3 ώστε το νέο σύστημα να ισχύσει από τις αμέσως επόμενες εκλογές και παρότι είχε ως χρυσή… εφεδρεία τις ψήφους της Χρυσής Αυγής, σε μια συναλλαγή που παραδόξως δεν ήταν η πιο ντροπιαστική που έχει να επιδείξει η συγκεκριμένη κοινοβουλευτική περίοδος. Η απλή αναλογική είναι όμως πραγματικότητα, ισχύει από τις μεθεπόμενες βουλευτικές εκλογές ενώ επεκτάθηκε μάλιστα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Η πρόσφατη εμπειρία των αυτοδιοικητικών εκλογών θα έπρεπε να αρκεί ως λόγος που αυτό το σύστημα δεν έχει απολύτως καμία θέση στο σύγχρονα διαμορφωμένο πολιτικό σκηνικό. Εκτός αν βέβαια, θεωρεί κανείς λογικό Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες που εξελέγησαν με συντριπτικά ποσοστά τη δεύτερη Κυριακή, να είναι όμηροι μειοψηφιών του 2% καθώς οι έδρες στα Συμβούλια διαμορφώθηκαν με απλή αναλογική μόνο με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου. Τα παραδείγματα γύρω μας, δυστυχώς, είναι άπειρα. Ανεξάντλητες οι περιπτώσεις Σωματείων, Επιστημονικών Συλλόγων, Επιμελητηρίων, όπου εκλεγμένες διοικήσεις αδυνατούν να πράξουν τα αυτονόητα καθώς δεν διαθέτουν την απαιτούμενη πλειοψηφία. Η ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Γερμανία, με κουλτούρα συναίνεσης που υπερβαίνει κατά πολύ την δική μας, βρέθηκε πρόσφατα με αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης για περισσότερους από έξι μήνες, με ό,τι συνέπειες προφανώς αυτό μπορεί να είχε στην εγχώρια και διεθνή οικονομία.

Είναι ουτοπικό να ελπίζουμε ότι στην Ελλάδα, όπου φυσικά ισχύει η αρχή της δεδηλωμένης και απαιτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία για τη νομιμοποίηση της εκάστοτε κυβέρνησης, θα μπορούσε ένα οποιοδήποτε κόμμα, οποτεδήποτε, να συγκεντρώσει το 50% των ψήφων ώστε να σχηματίσει από μόνο του κυβέρνηση. Είναι επικίνδυνο να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας για κυβερνητική σταθερότητα σε ευρύτερους συνασπισμούς σημαντικά ετερόκλητων στοιχείων, με τον τρόπο που σήμερα αλλά και εδώ και δεκαετίες είναι διαμορφωμένο το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας. Η απλή αναλογική είναι συνώνυμο της συναλλαγής, της διαπραγμάτευσης και του πολιτικού εκβιασμού. Με λίγα λόγια, απλή αναλογική ισούται με ακυβερνησία, αδυναμία χάραξης και υλοποίησης συγκεκριμένης πολιτικής, αστάθεια και αβεβαιότητα. Πρέπει κανείς να φτάσει ως την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές για να βρει χειρότερο εκλογικό σύστημα.

Για αυτό το λόγο βιώνουμε έναν σύνθετο παραλογισμό. Ποτέ άλλοτε μια φράση τόσο κλισέ όσο η «ισχυρή εντολή για να μη μπει η χώρα σε περιπέτειες» που ζητά η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήταν τόσο αντιπροσωπευτική για την πραγματικότητα. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, παραδοσιακά δεν τα πηγαίνουμε πολύ καλά στο να συνυπολογίζουμε την επόμενη ημέρα, αλλά κι αυτό είναι ένα από τα πολλά που πρέπει να αλλάξουμε. Άλλωστε, αν δεν το κάνουμε εμείς, το κάνουν κάποιοι άλλοι και μάλιστα πολύ καλά, ναρκοθετώντας με κάθε τρόπο το πεδίο δράσης της επόμενης κυβέρνησης.

Είναι απολύτως επιτακτική ανάγκη να βρεθούν 200 βουλευτές στην επόμενη Βουλή που να θεσπίσουν ένα εκλογικό σύστημα, αναλογικότερο μεν από το ισχύον, σταθεροποιητικό ως προς την κυβερνησιμότητα δε, ώστε η απλή αναλογική να μην ισχύσει ποτέ. Ακόμη πιο επιτακτικό είναι να ψηφιστεί άμεσα, έστω και με απλή πλειοψηφία ένα τέτοιο σύστημα ώστε να μπορεί να ισχύσει σε επαναληπτικές εκλογές όταν οι διερευνητικές εντολές σε μια Βουλή που θα έχει σχηματιστεί με απλή αναλογική αποβούν άκαρπες.

Η ψήφος μας την Κυριακή έχει αξία, ίσως και μεγαλύτερη από άλλες φορές. Όχι μόνο γιατί εκλέγουμε Πρωθυπουργό και τους αντιπροσώπους μας στη Βουλή των Ελλήνων, αλλά γιατί το αποτέλεσμα της Κυριακής θα κρίνει αν θα επιτρέψουμε στην χώρα μας να πορευτεί με σταθερότητα και σιγουριά. Οι απερχόμενοι έχουν αποφασίσει ήδη να τζογάρουν στην αστάθεια. Είναι χρέος μας να αφήσουμε στο περιθώριο αυτές τις νοοτροπίες και να δώσουμε στον Κυριάκο Μητσοτάκη τη δυνατότητα να κυβερνήσει, ώστε όλοι μαζί να κερδίσουμε το αύριο που μας αξίζει.

 

*Ο Βασίλης Γακόπουλος είναι Δικηγόρος, Μέλος Κ.Ε. ΟΝΝΕΔ