Πιο ευάλωτη σε ακραία καιρικά φαινόμενα είναι η Θεσσαλία, μετά το πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel, αφού σύμφωνα με τον Περιφερειάρχη, οι υποδομές ως το 2027 θα μπορούν να αντέξουν παρόμοια φαινόμενα σε ποσοστό ως 70%.

Όπως είπε ο Δημήτρης Κουρέτας, αφήνοντας σαφείς αιχμές για την αργή πρόοδο των έργων θωράκισης της περιοχής που επλήγη από το καιρικό φαινόμενο, η Θεσσαλία, με βάση τα υφιστάμενα έργα, μπορεί να αντέξει ένα φαινόμενο ανάλογο του «Daniel», ως δώδεκα ώρες, ενώ με την ολοκλήρωση των υπολοίπων έργων, το 2027, η αντοχή του συστήματος θα φτάσει στο 60% με 70% ενός τέτοιου φαινομένου.

Εμφανώς δυσαρεστημένος με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των έργων, καθώς και στο μέτωπο κατά της μερικής εκτροπής του Αχελώου, ο περιφερειάρχης παρουσίασε το Σχέδιό του για την αντιμετώπιση των υδατικών κινδύνων της Θεσσαλίας, υποστηρίζοντας πως «ο Αχελώος είναι μονόδρομος για τη σωτηρία της περιοχής».

Κατά την συνέντευξη που παραχώρησε ενόψει και της επικείμενης εκδίκασης στο Συμβούλιο της Επικρατείας στις 3 Δεκεμβρίου της προσφυγής που κατέθεσαν περιβαλλοντικές οργανώσεις, φορείς της αυτοδιοίκησης από την Αιτωλοακαρνανία και τα τοπικά επιμελητήρια, ζητώντας την ακύρωση του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Υδάτων του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, ο Δ. Κουρέτας μίλησε για κίνδυνο ερημοποίησης.

Στο πλαίσιο αυτό κάλεσε την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα στη σταδιακή εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας, καθώς και του αντίστοιχου της Στερεάς Ελλάδας, ειδικά για το ορεινό τμήμα των Αγράφων, όπου έχουν εγκαταλειφθεί για πάνω από δεκαπέντε χρόνια τα ημιτελή έργα του Αχελώου.

Όπως τόνισε: «Χωρίς νερό δεν μπορεί να υπάρξει αγροτική παραγωγή και χωρίς αγροτική παραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον για τη Θεσσαλία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα. Καλούμε την κυβέρνηση να ενεργοποιηθεί άμεσα στην επανεκκίνηση των έργων Αχελώου».

Παρουσιάζοντας μελέτες του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, ανέφερε πως «οι επαναλαμβανόμενες πλημμύρες του Πηνειού, οι περίοδοι ξηρασίας και η «ληστρική» εκμετάλλευση των υπόγειων υδροφορέων με περίπου 33.000 γεωτρήσεις οδηγούν με βεβαιότητα τη Θεσσαλία στην ερημοποίηση.

Ειδικά σε ότι αφορά τα ημιτελή έργα Αχελώου (στο ορεινό τμήμα των Αγράφων το οποίο υπάγεται στην Περιφέρεια Θεσσαλίας) και την υπό συζήτηση προσφυγή στο ΣτΕ, πρέπει να επισημανθεί ότι το εγκεκριμένο ΣΔΛΑΠ επιβεβαιώνει- για ακόμη μια φορά- ότι η μεταφορά 250 εκατ. κ. μ. νερού ετησίως από την λεκάνη Αχελώου αποτελεί τον βασικό πυλώνα ευστάθειας του υδατικού ισοζυγίου της Θεσσαλίας και μονόδρομο για την επιβίωσή της».

Σημαντική ήταν η τοποθέτησή του και στη βίαιη αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που επιχειρείται στην περιοχή για την οποία επεσήμανε πως: «Όσο δεν αντιμετωπίζεται το αρνητικό υδατικό ισοζύγιο, μειώνονται δραματικά οι αρδευόμενες εκτάσεις και συρρικνώνεται το αγροτικό εισόδημα του μεγαλύτερου κάμπου της χώρας», είπε.

Οι ξηρικές καλλιέργειες αποφέρουν μόλις 60-100 ευρώ ανά στρέμμα, έναντι 500 ευρώ των αρδευόμενων. Εάν δεν καλυφθεί το υδατικό έλλειμμα, θα χαθούν ένα εκατομμύριο στρέμματα αρδευόμενων καλλιεργειών, με μείωση του κύκλου εργασιών κατά 300-400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και πτώση του αγροτικού εισοδήματος κατά 25%.

Αυτό είναι καθοριστικό για την παραμονή των ανθρώπων στον τόπο τους και για τη συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος».

Τέλος, αναφερόμενος στην αντιπλημμυρική προστασία, ο περιφερειάρχης εξήγησε ότι τα έργα που έγιναν μετά τη θεομηνία Daniel χωρίζονται σε δύο φάσεις: τα άμεσα έργα αποκατάστασης, που έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί, και τα έργα ενίσχυσης αναχωμάτων, τα οποία θα ξεκινήσουν την άνοιξη του 2026.